DE

ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ
Hacked - Το φιλελεύθερο προσωπείο του Μητσοτάκη παραλύει

Kyriakos Mitsotakis

Kyriakos Mitsotakis

© picture alliance / ANE / Eurokinissi | Giorgos Kontarinis

Υποκλοπές και Πολιτικές Αντιπαραθέσεις

Πολιτικές αντιπαραθέσεις και διεθνής κατακραυγή ήταν τα αποτελέσματα του σκανδάλου υποκλοπών στην Ελλάδα. Έπειτα από την ενημέρωση του Νίκου Ανδρουλάκη, προέδου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι είχε γίνει απόπειρα παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του μέσω του λογισμικού «Predator», ξεκίνησε ένας φαύλος κύκλος αντιπαραθέσεων.

Ομολογουμένως, το περιστατικό αυτό ξεχύλισε το ποτήρι έπειτα και από τις προηγούμενες αποκαλύψεις για τις  παρακολουθήσεις Ελλήνων δημοσιογράφων, όπως αυτή του  Θανάση Κουκάκη.

Οι αποκαλύψεις αυτές οδήγησαν σε παραιτήσεις υψηλόβαθμων αξιωματούχων της κυβέρνησης και πυροδότησαν μια συζήτηση στον δημόσιο διάλογο στην οποία ενεπλάκησαν πολιτικοί, κόμματα, συνταγματολόγοι και άλλοι. Μάλιστα, οδήγησε και στην άμεση παρέμβαση της προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Ωστόσο, η «υπόθεση Ανδρουλάκη» ήταν το εφαλκτήριο για μια κρίσιμη πολιτική συζήτηση στην Ελλάδα.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, μετά την παρέμβαση του Ανδρουλάκη, ζήτησαν άμεσα απαντήσεις από την κυβέρνηση σχετικά με την χρήση του κακόβουλου λογισμικού και συγκεκριμένα για το ποιος έδωσε την εντολή παρακολούθησης τόσο του ίδιου όσο και των δημοσιογράφων. Πάρα ταύτα, η Κυβέρνηση αντέδρασε με αργά αντανακλαστικά και  δεν παρείχε ουσιαστικές απαντήσεις και εξηγήσεις. Αντιθέτως, ο Πρωθυπουργός εστίασε στο ότι ακολουθήθηκαν όλες οι νόμιμες διαδικασίες, ακόμα και αν ήταν λάθος απόφαση. Στα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν έμφαση δόθηκε στις εξωτερικές απειλές και στη σημασία των μυστικών υπηρεσιών να προστατεύσουν την εθνική ασφάλεια στη χώρα. Μέχρι στιγμής, η Κυβέρνηση έχει βρεθεί απροετοίμαστη και δεν έχει προβάλλει πειστικές απαντήσεις. Αυτό, φυσικά, εγείρει θεμελιώδη ερωτήματα για την ασφάλεια των πολιτών και τη διατήρηση των δημοκρατικών θεσμών, ειδικά στο πλαίσιο των πολιτικών διαδικασιών.

Δημοσιογραφικά μέσα στην Ελλάδα, όπως η Εφημερίδα των Συντακτών και το Inside Story σταθερα παρουσιάζουν ερευνητικές εκθέσεις για το σκάνδαλο των υποκλοπών. Στο πλαίσιο αυτό, αποκαλύφθηκε ότι το «Predator» πωλείται στη μαύρη αγορά για έως και 50 εκατομμύρια δολάρια, όχι μόνο σε κυβερνήσεις και αντι-τρομοκρατικές υπηρεσίες αλλά και σε ιδιώτες, από άτομα που έχουν χακάρει την εταιρεία. Η κυβέρνηση χρησιμοποίησε τις ίδιες στρατηγικές όπως και σε άλλες περιπτώσεις. Έτσι, η δυσφήμιση των μέσων ενημέρωσης και των ίδιων των δημοσιογράφων ήταν τα εργαλεία για να μειώσει το έργο και την αξιοπιστία τους.

Η διεθνής κατακραυγή

Δεν ήταν λίγοι οι εξωτερικοί παρατηρητές που ενδιαφέρθηκαν για την υπόθεση. Από διεθνή σκοπιά, το ζήτημα απασχόλησε τα ΜΜΕ και τα ειδησιογραφικά δίκτυα του εξωτερικού. Σημαντικός αριθμός άρθρων συντάχθηκε από την New York Times, το Reuters και τους Financial Times εξετάζοντας την υπόθεση και ασκώντας κριτική στην ελληνική Κυβέρνηση για το περιστατικό και την αντίδρασή της.

Την ίδια στιγμή πολλά είναι τα αναπάντητα ερωτήματα που έχει αφήσει η Αθήνα στις Βρυξέλλες. Η χρήση λογισμικών παρακολούθησης, ειδικότερα όταν αυτή έχει στόχο πολιτικά πρόσωπα, προκαλεί μεγάλη ανησυχία. Η Sophie in 't Veld, Ευρωβουλεύτρια με το Renew Europe, προέτρεψε την επέμβαση της Interpol για να διερευνήσει την παράνομη πώληση του λογισμικού "Predator" σε ιδιώτες και κυβερνήσεις.

Σαφώς, οι ανησυχίες για την εξέλιξη του θέματος εκτείνονται στην εγχώρια και διεθνή σκηνή και εντείνουν την πολιτική αντιπαράθεση. Μια σαφής και πειστική στάση από την πλευρά την ελληνικής Κυβέρνησης είναι απαραίτητη σε ένα τόσο κρίσιμο δημοκρατικό ζήτημα.

Παρακολουθήσεις, Δημοκρατία και Κράτος Δικαίου

Το ζήτημα των παρακολουθήσεων και του Κράτους Δικαίου είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις δημοκρατικές αξίες και διαδικασίες για τις φιλελεύθερες κοινωνίες. Η ιδιωτικότητα και το κράτος δικαίου δεν είναι έννοιες αποκομμένες η μια από την άλλη. Οι συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές σχετικά με την μη-δικαιολογημένη παρακολούθηση και συλλογή προσωπικών δεδομένων —που συνυπογράφουν την προστασία των δικαιωμάτων ιδιωτικής ζωής— έχουν βαθιές ρίζες στις αρχές του κράτους δικαίου σχετικά με την ανάγκη περιορισμού της αυθαίρετης διακριτικής ευχέρειας των κρατικών αρχών. Σε αυτό το πλαίσιο, το ελληνικό Watergate αφήνει πολλά ανοιχτά ερωτήματα σχετικά με τη λήψη αποφάσεων, τις πολιτικές διαδικασίες της κυβέρνησης και τις υποθέσεις διαφθοράς. Επιπλέον, οι Βρυξέλλες δυσκολεύονται να εμποδίσουν τις υπηρεσίες πληροφοριών και ασφάλειας σε εθνικό επίπεδο να παραβιάσουν τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ. Αυτή είναι και η πρόκληση στην ελληνική περίπτωση.

Επιπλέον, το ζήτημα των παρακολουθήσεων πέρα από τη νομιμότητα των πράξεων πρέπει να αναλυθεί στην βάση του. Πόσο ηθικό είναι να παραβιάζονται τα προσωπικά δεδομένα και οι πληροφορίες ενός προσώπου, ειδικά όταν μιλάμε για έναν πολιτικό αντίπαλο; Σε κάθε περίπτωση μια πράξη σαν και αυτή απειλεί τις δημοκρατικές διαδικασίες εν γένει. Παράλληλα, το γεγονός ότι οι παρακολουθήσεις των δημοσιογράφων έχουν αποσιωποιηθεί ή δεν τους έχει δοθεί η αντίστοιχη προσοχή προκαλεί μεγάλη ανησυχία. Αναμφίβολα, το δημοσιογραφικό περιβάλλον πρέπει να προστατευθεί για να διασφαλιστεί η ελευθερία έκφρασης και η απονομή δικαιοσύνης.

Το φιλελεύθερο προσωπείο του Μητσοτάκη

Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων προκάλεσε ανεπανόρθωτα προβλήματα στην Κυβέρνηση και έβλαψε την εικόνα της ΝΔ και του ίδιου του πρωθυπουργού σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Από την αρχή της θητείας του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπάθησε να προωθήσει ένα προοδευτικό προφίλ για την Κυβέρνησή του. Στη χώρα αλλά και διεθνώς, χαρακτηριζόνταν ως ένας πολιτικός με φιλελεύθερες καταβολές, παρά το γεγονός ότι το κόμμα του είναι μέλος του Λαικού Κόμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και γενικότερα προωθεί συντηρητικές πολιτικές.

Η προσπάθεια του να απομακρύνει το δημόσιο ενδιαφέρον από την υπόθεση κατέστη ανεπιτυχής. Αδιαμφισβήτητα, μια σκιά ανασφάλειας και αμφιβολιών πλανάται πάνω από την ελληνική κοινωνία. Πολλοί πολιτικοί αναλυτές και ειδικοί εκφράζουν τις ανησυχίες τους για τους δημοκρατικούς θεσμούς και την ελευθερία της έκφρασης στην χώρα. Χαρακτηριστικά, η Ελλάδα καταλαμβάνει τις χειρότερες θέσεις σε βασικούς δείκτες ελευθερίας, όπως ο Δείκτης Δημοκρατίας, στον οποίο έχει χαρακτηριστεί ως «ελαττωματική δημοκρατία», ενώ παράλληλα καταλαμβάνει την τελευταία θέση στο Report του RSF για την Ελευθερία των ΜΜΕ στην Ευρώπη. Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, αντιλαμβανόμαστε ότι οι πολιτικές αποφάσεις της Κυβέρνησης δεν συμβαδίζουν με την εικόνα που προωθεί. Ως εκ τούτου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης χάνει όχι μόνο το προοδευτικό και φιλελεύθερο προσωπείο του αλλά και ψηφοφόρους, όπως επιβεβαιώνουν και οι πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις.

Η Ελένη Σιαπικούδη είναι βοηθός προγράμματος στο Ίδρυμα Φρίντριχ Νάουμαν για την Ελευθερία στην Ελλάδα και την Κύπρο.